Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ὀδύνῃσι πεπαρμένος

См. также в других словарях:

  • πείρω — Α 1. (κυρίως σχετικά με κρέας που ετοιμάζεται για ψήσιμο) τρυπώ κάτι από τη μια ώς την άλλη άκρη, τρυπώ πέρα πέρα, διατρυπώ («κρέατ ὤπτων, ἄλλα τ ἔπειρον», Ομ. Οδ.) 2. περνώ κρέατα στη σούβλα, σουβλίζω 3. φρ. α) «πείρω τινὰ διά τίνος» τρυπώ διά… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»